|
ΜΑΛΛΑΡΜΕ ΣΤΕΦΑΝ - Ο ΙΓΚΙΤΟΥΡ Ή Η ΤΡΕΛΑ ΤΟΥ ΕΛΒΕΝΟΝ
Παρουσίαση
"Τούτο το Διήγημα απευθύνεται στη Διανόηση του αναγνώστη
που, μόνη της, σκηνοθετεί", προειδοποιεί ο Μαλλαρμέ στην
αρχή του έργου.
Το κείμενο αυτό, που κάποια μέρη του έχουν παραμείνει σε μορφή
σχεδιάσματος, γραφόταν από το 1867 μέχρι το 1870 και δημοσιεύτηκε
μετά το θάνατο του ποιητή. Δεν πρόκειται εδώ ούτε για έμμετρη
ποίηση, ούτε για σονέτα, αλλά για πυκνή ποιητική πρόζα, που
αποτέλεσε το προσχέδιο για το Ένα ρίξιμο απ' τα ζάρια ποτέ
να καταργήσει δεν πρόκειται το τυχαίο.
Η μετάφραση στα ελληνικά του κειμένου, που πρωτοδημοσιεύτηκε
στο περιοδικό Κοχλίας (τεύχος 18, Ιούνιος 1917), συνοδεύεται
από ένα δοκίμιο του Πεντζίκη για τον Μαλλαρμέ, εργοβιογραφία
του γάλλου ποιητή· ως επίμετρο δημοσιεύεται ένα άλλο κείμενο
του Πεντζίκη, για τον Γιώργο Θεμέλη, με τίτλο "Ο Θέμελης
και τα σχήματα", όπου επανατίθεται το ζήτημα της Ιδέας
.
"Ίγκιτουρ", εξηγεί ο Πεντζίκης στο δοκίμιό του για
τον Μαλλαρμέ, "σημαίνει λατινικά δηλαδή, το αρχαίο
ελληνικό ουν. Το πρόσωπο του Μαλλαρμικού μύθου κατά κάποιο
τρόπο λοιπόν, έχει όνομα παραπλήσιο με το Ούτις του Ομηρικού
Οδυσσέα. Επιπλέον αμετάφραστη η λατινική λέξη στην αρχή ενός
τραγουδιού που αναμέλπουν γηθόμενοι οι φοιτητές gaudeamus
igitur, ειδικά στη Γερμανία, υπαινίσσεται τους ψυχικούς
αγώνες της νεότητας, ό,τι χαρακτηρίζεται ως Sturm und Drang
στο άτομο αλλά και στην ιστορία της εξέλιξης και διαμόρφωσης
του γερμανικού πνεύματος που και ως φιλοσοφία, με τον Χέγκελ
κορύφωμά της, και ως μουσική ιδιαίτερα, με τον Βάγκνερ, άσκησαν
ουσιαστική επίδραση στο ευρωπαϊκό πνεύμα ολόκληρου του 19ου
αιώνα. […] …η εκλογή του δεύτερου ονόματος του Ίγκιτουρ, Ελβενόν,
φτιαχτή λέξη, μπορεί πιθανά να εξηγηθεί ότι σημαίνει τον γιο
του προσωπικού πόνου, "του πόνου μου" (σύμφωνα με
μια ρήση της Εσθήρ) ή τον γιο των άστρων και του Ελοΐμ".
|
Απόσπασμα
"Δε μ' αρέσει ο θόρυβος αυτός: αυτή της βεβαιότητάς
μου η τελειότητα μ' ενοχλεί: όλα παραείναι φωτεινά, η λάμψη μιας
απόδρασης την επιθυμία φανερώνει· όλα λάμπουν πολύ, θα μ' άρεσε
να επιστρέψω στη Σκιά μου, την προϋπάρχουσα και άπλαστη, και με
τη σκέψη ν' απεκδυθώ τη μεταμφίεση που η ανάγκη μου επέβαλε, να
κατοικήσω αυτής της φυλής την καρδιά (που εδωνά ακούω να χτυπά)
μοναδικό του επαμφοτερισμού απομεινάρι. Στ' αλήθεια, στην ανησυχητική
και ωραία τούτη συμμετρία του ονείρου μου, ποιο από τα δυο να
εκλέξω ανοίγματα, μια και μέλλον πια δεν υπάρχει που το ένα απ'
αυτά να το αντιπροσωπεύει; Και τα δυο οριστικώς ισοδύναμα, τάχα
δεν αποτελούν τη σκέψη μου;"
|
Βιογραφικά στοιχεία
Ο Μαλλαρμέ γεννήθηκε στο Παρίσι το 1842 από μικροαστούς υπαλλήλους
με καταγωγή από τη Βόρεια Γαλλία. Ορφάνεψε από τη μητέρα του σε
ηλικία πέντε χρονών και πέρασε αρκετά χρόνια της σχολικής του
εκπαίδευσης οικότροφος. Άσκησε το επάγγελμα του καθηγητή αγγλικών
στη γαλλική επαρχία, ταξίδεψε στην Αγγλία, παντρεύτηκε μια γερμανίδα
γκουβερνάντα, έκαμε παιδιά, οριστική εγκατάσταση στο Παρίσι το
1871 - η ζωή του, ως περιστατικά, πέρασε μέσα σε επαγγελματικές
φροντίδες που εξουθενώνουν, σχετική στέρηση, κόπους και εξάντληση
της υγιείας του σώματος, μέχρι τον ξαφνικό θάνατό του στα 1898.
Η αληθινή ζωή για τον Μαλλαρμέ, στην οποία και αφιέρωσε όλο του
τον εαυτό του, βρίσκεται αλλού, στην περιπέτεια του πνεύματος
και της τελείωσης της γραφής, στην ποίηση που τη θεωρεί τη μόνη
άξια απασχόληση για τον άνθρωπο. Άρχισε να γράφει από μικρός,
όπως εξομολογείται ο ίδιος στον Βερλαίν, και στην ποιητική του
τέχνη τον σημάδεψαν ο Μπωντλαίρ, που του ενέπνευσε και κάποια
ποιήματα, και ο Πόε, τον οποίο και μετέφρασε (Το Κοράκι, Ποιήματα).
Στον κύκλο των φίλων του, με τους οποίους βρίσκεται σε γόνιμη
καλλιτεχνική και πνευματική συνομιλία -από το 1884, στο σπίτι
αυτού που πλέον θεωρείται ο μαιτρ του συμβολισμού, μαζεύονται
φίλοι και μαθητές να συζητήσουν για την ποίηση και τη μουσική-,
βρίσκουμε τους Βιλλιέ ντε Λιλ-Αντάμ, Μανέ, Ντεμπυσσύ, Ρεμπώ, Βερλαίν.
Στα πρώτα του ποιήματα, ο Μαλλαρμέ θέτει, υπό την επίδραση του
Μπωντλαίρ, το ζήτημα του μηδενός. Αλλά από το 1864, ο Μαλλαρμέ
ξεπερνάει το πρότυπό του: συνθέτοντας την Ηρωδιάδα, λυρικό
δράμα που δημοσιεύτηκε ανολοκλήρωτο (1869), έχει συνείδηση ότι
ανακαλύπτει μια καινούργια γλώσσα και μια καινούργια ποιητική
"που δεν ζωγραφίζει το πράγμα, αλλά την εντύπωση που γεννά".
Τον ίδιο καιρό δουλεύει Το απόγευμα ενός Φαύνου, που στην
οριστική του μορφή θα δημοσιευτεί μόλις το 1876 (ο Ντεμπυσσύ θα
συνθέσει το ομώνυμο μπαλλέτο από το 1892 μέχρι το 1894). Το 1885
δημοσιεύει το Prose des Esseintes, έργο ερμητικό σε οκτασύλλαβους,
το 1887 εκδίδονται τα Ποιήματα (Poιsies), το 1892 οι
Σελίδες (Pages), το 1894 τα Ποιήματα και Πεζά (Vers et
Prose), το 1897 οι Περιπλανήσεις (Divagations), συλλογή
των άρθρων του που ορίζουν την αισθητική του. Όλη η ποιητική προσπάθεια
του Μαλλαρμέ αναζητεί την καθαρότητα, που εξαφανίζει τον ποιητή
και αφήνει το προβάδισμα στις λέξεις που γίνονται μέσο αναγωγής
του κόσμου: λέξεις που γίνονται αυτόνομες ολοκληρωμένες μονάδες
με πολλαπλές σημασίες, μουσικότητα στη σύνθεσή τους και των οποίων
η σύνταξη ακολουθεί τρόπους καινοφανείς. Το ποιητικό έργο πρέπει
να αποδίδει ολόκληρο το σύμπαν, να προσδίδει την "ορφική
ερμηνεία της Γης, που είναι το μόνο καθήκον του ποιητή, και το
κατ'εξοχήν λογοτεχνικό παιχνίδι", να συλλάβει δηλαδή μιαν
ενότητα πνεύματος εκεί που όλα είναι τυχαίο και πολυ μορφία.
Η ποιητική εμπειρία του Μαλλαρμέ, που οδήγησε σε όλα τα νεωτερικά
κινήματα του 20ου αιώνα είναι μοναδική. Κορυφώνεται και συνοψίζεται
στο ποιητικό πεζό Ένα ρίξιμο απ' τα ζάρια ποτέ να καταργήσει
δεν πρόκειται το τυχαίο (Un coup de dιs jamais n'abolira
le hasard, δημοσιεύτηκε το 1897).
|
|