<% Latr = Request.QueryString("Latr") %>
 
Επικοινωνία



GEORGES SIMENON - 45° ΥΠΟ ΣΚΙΑΝ

Παρουσίαση

Ένα επιβατικό σαπιοκάραβο μεταφέρει στις αρχές της δεκαετίας του '30 κάθε λογής επιβάτες καθώς περιπλέει τις ακτές της Δυτικής Αφρικής με κατεύθυνση την Ευρώπη: επιβάτες της πρώτης και δεύτερης θέσης -αποικιοκράτες, τυχοδιώκτες, αξιωματικούς, άντρες και γυναίκες σε αναζήτηση φευγαλέων και ευκαιριακών ερώτων, ανθρώπων που δεν τους χαμογέλασε η τύχη στις αποικίες-, αλλά και φορτίο Κινέζων στα αμπάρια. Η ένταση ανεβαίνει μαζί με τη θερμοκρασία.

Το 45° υπό σκιάν είναι από τα πρώτα μυθιστορήματα που υπέγραψε ο Σιμενόν με το πραγματικό του όνομα, στην αρχή της πλουσιότατης συγγραφικής του πορείας. Εκδόθηκε από τις εκδόσεις Gallimard το 1936. Το πρωτογενές του υλικό για το μυθιστόρημα αυτό ο Σιμενόν το άντλησε από τον δικό του περίπλου στην Αφρική, και μάλιστα στο Βελγικό Κογκό που το διέχισε από Βορρά σε Νότο. Το πρώτο και μοναδικό αυτό ταξίδι του Σιμενόν στην Αφρική το 1932, που διήρκησε πάνω από δύο μήνες, τροφοδότησε διάφορα άρθρα του στον περιοδικό τύπο -εντυπώσεις του από την Αφρική και σχόλια για την αποικιοκρατία, αγγλική, γαλλική ή βελγική-, μερικά διηγήματα και, εκτός από το 45° υπό σκιάν, τα μυθιστορήματα Le Coup de lune [Το χτύπημα της σελήνης, 1933] και Le Blanc ΰ lunettes [Ο Λευκός με τα γυαλιά, 1937].

Η έκδοση περιλαμβάνει βιογραφικά στοιχεία για τον Ζωρζ Σιμενόν και σημείωμα της μεταφράστριας για τη γνωριμία του Σιμενόν με τον καταξιωμένο ήδη Γάλλο συγγραφέα Αντρέ Ζιντ το 1933 και τη φιλική σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσά τους.

Απόσπασμα

[…] Το πλοίο κοιμόταν. Πλησιάζοντας στην Τενερίφη η άπνοια ήταν πλήρης και η θάλασσα, αρυτίδωτη, ανεβοκατέβαινε σε μεγάλα βουβά κύματα που έρχονταν από μια φουσκοθαλασσιά στα ανοιχτά του Ατλαντικού. Ο λαμπτήρας ήταν σβηστός. Ο αέρας που ερχόταν απ' έξω σκόρπιζε σε όλες τις γωνιές της καμπίνας τις βαριές αναθυμιάσεις του οπίου. Αλλά εκείνο που μετρούσε, ήταν άλλο. Ο Ντοναντιέ, ξαπλωμένος ανάσκελα στην κουκέτα, είχε το βλέμμα καρφωμένο στον γαλάζιο δίσκο του φινιστρινιού. Ανέπνεε ; Είχε σφυγμό ; Ζούσε μιαν άλλη ζωή κι όχι τη δική του. Ζούσε δέκα ζωές, εκατό ζωές, ή μάλλον μια πολλαπλή ζωή, εκείνην του πλοίου ολόκληρου.
Το σκηνικό το γνώριζε. Δεν ήταν πια νύχτα αφρικανική αλλά μια νύχτα σχεδόν μεσογειακή. Και οι επιβάτες εξάλλου έμειναν ως αργά συζητώντας στο κατάστρωμα του μπαρ. Μισή ώρα αργότερα, ο Ντοναντιέ άκουσε ψιθύρους και συγκρατημένα γελάκια και ήξερε ότι επρόκειτο για την κυρία Μπασσό που αναζητούσε τις σκοτεινές γωνιές του πλοίου παρέα με κάποιον από τους υπολοχαγούς. Μπορούσε να προβλέψει ότι το ζευγάρι θα κατέληγε στο πάνω κατάστρωμα με τις ναυαγοσωστικές λέμβους, γιατί όλα τα ταξίδια μοιάζουν μεταξύ τους, και οι ίδιοι άνθρωποι κάνουν τα ίδια πράγματα στους ίδιους χώρους.


Βιογραφικά στοιχεία

Ο Ζωρζ Σιμενόν γεννήθηκε στις 12 (ή μάλλον στις 13) Φεβρουαρίου 1903 στη Λιέγη του Βελγίου. Από οικογένεια μικροαστών με πενιχρούς πόρους, πηγαίνει σε καθολικό σχολείο και κάνει τις γυμνασιακές του σπουδές σε Κολέγιο Ιησουιτών. Εγκαταλείπει όμως το σχολείο στα 15 του και σύντομα (1919) προσλαμβάνεται ως βοηθός συντάκτη στην άκρως συντηρητική εφημερίδα Γκαζέτ ντε Λιέζ , εγκαινιάζοντας έτσι μια μακρά πορεία στην αρθρογραφία. Με το θάνατο του πατέρα του το 1921, παρουσιάζεται για τη στρατιωτική του θητεία και τον Δεκέμβριο του 1922 εγκαθίσταται στο Παρίσι (θα ζήσει εκεί, με διαλείμματα, μέχρι το 1938). Παντρεύεται το 1923 τη Ρεζίν (Τίγκυ) Ρενσόν, ζωγράφο, μπαίνει, ως γραμματέας, στην υπηρεσία του μαρκησίου Ντε Τρασύ, συναναστρέφεται μποέμ καλλιτέχνες και αρχίζει να γράφει. Η πλούσια συγγραφική του παραγωγή ελαφρών, συναισθηματικών, περιπετειωδών μυθιστορημάτων (περίπου 200, από τα οποία πολλά με ψευδώνυμο) κατά τη δεκαετία 1923-1933 του αποφέρει πολλά χρήματα. Συναναστρέφεται τους Μωρίς Βλαμένκ, Πικάσσο, Αντρέ Ζιντ, Κολέτ, Μαξ Ζακόμπ, ζει μια ερωτική περιπέτεια με την Ζοζεφίν Μπαίηκερ, αγοράζει ένα ποταμόπλοιο και αναπλέι ποταμούς και κανάλια της Γαλλίας, κι αργότερα ένα μεγάλο κότερο και ταξιδεύει στη Βόρεια Θάλασσα. Εκεί, σε κάποιο ολλανδικό λιμάνι φαίνεται πως γεννήθηκε ο Μαιγκρέ. Το 1931 δημοσιεύει, με το γνήσιο όνομά του, το πρώτο του μη αστυνομικό μυθιστόρημα, Το σπίτι στο κανάλι. Το 1932 εγκαθίσταται στην έπαυλή του στην γαλλική παραθαλάσσια πόλη Λα Ροσέλ, ταξιδεύει στην Αφρική και ανά την Ευρώπη, γράφει και αρθογραφεί. Το 1939 γεννιέται ο πρώτος του γιος Μαρκ ( † 1999). Ενώ το 1940 διορίζεται υπεύθυνος για τους Βέλγους πρόσφυγες, λειτούργημα που ασκεί με μεγάλη αφοσίωση — πρόκειται για την πρώτη και τελευταία φορά που ο Σιμενόν προσφέρει τον εαυτό του στην υπηρεσία των κοινών — στη συνέχεια και καθόλο το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, κρατά, αν μη τι άλλο, ουδέτερη στάση. Κατηγορείται ότι οι ταινίες του Μαιγκρέ που γυρίστηκαν κατά το 1941-1944 έγιναν με συμμετοχή Γερμανών παραγωγών, τα βιβλία του φέρουν τη σφραγίδα της Γερμανικής Επιτροπής Λογοκρισίας. Τον Οκτώβριο του 1945 καταφθάνει με την οικογένειά του στη Νέα Υόρκη και σύντομα εγκαθίστανται στον Καναδά. Εδώ σταματά ουσιαστικά η κοινή του ζωή με την Τίγκυ.

Ένα μήνα μετά την άφιξή του, ο Σιμενόν συναντά την Καναδέζα Ντενίζ Ουιμέ, που θα γίνει γραμματέας του και η δεύτερη γυναίκα του. Θα αποκτήσει μαζί της δύο γιους, τον Τζων (1949), που σήμερα διαχειρίζεται την κληρονομιά του έργου του πατέρα του, και τον Πιερ (1959), και μια κόρη, την Μαρί-Ζο (1953), που αυτοκτόνησε το 1978. Με την οριστική επιστροφή του στην Ευρώπη το 1955, οι Σιμενόν εγκαθίστανται στη Νότια Γαλλία, στις παρυφές των Καννών και το 1957 μετακομίζουν στην Ελβετία, στον πύργο Ντ' Εσαντέν καταρχάς, και από το 1963 στο αχανές νεοχτισμένο σπίτι του στο Epalinges. Ο Σιμενόν εξακολουθεί να γράφει, αλλά η σχέση του ζευγαριού καταρρέει. Η υγεία του χειροτερεύει (σοβαρό πρόβλημα αλκοολισμού), συχνά γίνεται βίαιος και μισάνθρωπος, η Ντενίζ μπαινοβγαίνει σε κλινικές για αποτοξίνωση.

Από το 1964, που η Ντενίζ τον εγκαταλείπει, και μέχρι το τέλος, θα ζήσει με σύντροφο την Τερέζ Σμπυρελέν, τέως καμαριέρα της Ντενίζ, με την οποία σχετίζεται ήδη από το 1962. Το 1967 αρχίζει η έκδοση των Απάντων του (σε 72 τόμους), το 1970 πεθαίνει η μητέρα του. Τον ίδιο χρόνο δημοσιεύει το δεύτερο αυτοβιογραφικό του κείμενο Quand j' etais vieux — το πρώτο, Je me souviens, που άρχισε να το γράφει το 1940, εκδόθηκε το 1945 — και το 1972 τον τελευταίο του Μαιγκρέ που θα είναι συγχρόνως και το τελευταίο του μυθιστορηματικό έργο. Θα ασχοληθεί έκτοτε μόνο με την αυτοβιογραφία: το 1974 εκδίδεται το Γράμμα στη μητέρα μου , και από το 1975 έως το 1981 θα κυκλοφορήσει μια σειρά από 21 βιβλία που υπαγορεύει στο μαγνητόφωνο και που έχουν το γενικό τίτλο Dictees. Το 1976, κληροδοτεί στο Πανεπιστήμιο της Λιέγης το λογοτεχνικό του αρχείο και τον επόμενο χρόνο ιδρύονται τα Αρχεία Σιμενόν. Το 1981 εκδίδεται και το ογκώδες αυτοβιογραφικό έργο του, που είναι και το οριστικά τελευταίο, Memoires intimes που συνοδεύει Το βιβλίο της Μαρί-Ζο. Από το 1974, ο Σιμενόν ζει με την Τερέζ στη «ροζ έπαυλη», στη Λωζάνη, όπου σκόρπισε τις στάχτες της κόρης του και όπου η Τερέζ σκόρπισε και τις δικές του στάχτες. Ο Ζωρζ Σιμενόν, με ζωή εξίσου πληθωρική με το έργο του, πέθανε τη νύχτα της 3-4 Σεπτεμβρίου του 1989. Κατά την επιθυμία του, οι γιοι του πληροφορήθηκαν το θάνατό του από τις εφημερίδες.

Το έτος 2003, το Βέλγιο και η Γαλλία τιμούν τον Ζωρζ Σιμενόν με την ευκαιρία της επετείου των εκατό χρόνων από τη γέννησή του. Άπαντα (σε 25 τόμους), επανεκδόσεις, φωτογραφικά άλμπουμ, παρουσίαση ανέκδοτων κειμένων, μελέτες, δοκίμια, συλλογή των δημοσιογραφικών άρθρων, CD με μαγνητοφωνημένες συνεντεύξεις του συγγραφέα κατακλύζουν ήδη τα βιβλιοπωλεία. Περισσότερα στοιχεία για τον Σιμενόν και το τεράστιο έργο του (πάνω από 400 τίτλοι) μπορεί να βρει κανείς στην ιστοσελίδα www.ulg.ac.be/libnet/simenon, όπως επίσης για τις εκδηλώσεις 2003 (συνέδρια, εκθέσεις, κινηματογραφικές ταινίες) στο www.simenon2003.be

Στις Εκδόσεις Άγρα κυκλοφόρησαν από το 2003 τα μυθιστορήματά του Ο Μαιγκρέ στη Νέα Υόρκη (του 1947), 45° υπό σκιάν (του 1936) και Το Μπλε Δωμάτιο (του 1964), Ο Κίτρινος σκύλος (του 1931 - γαλλική κινηματογραφική παραγωγή από τον Ζαν Ταρίντ), Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τρένα να περνούν (του 1938, από τα σημαντικότερα έργα του - αγγλική κινηματογραφική προσαρμογή από τον Harold French, 1953), ενώ ετοιμάζεται και Ο Τρελός του Μπερζεράκ (του 1932), όλα σε μετάφραση Αργυρώς Μακάρωφ.

Ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης θα βρει εργοβιογραφία του Σιμενόν στα βιβλία Ο Μαιγκρέ στη Νέα Υόρκη, 45° υπό σκιάν και Το Μπλε Δωμάτιο, καθώς και ένα σημείωμα της μεταφράστριας για τη συνάντηση Αντρέ Ζιντ-Ζωρζ Σιμενόν (στο 45° υπό σκιάν), επιλογή επιστολών του συγγραφέα προς τους Μαξ Ζακόμπ, Φρανσουά Μωριάκ, Ροζέ Μαρτέν ντυ Γκαρ, Χένρυ Μίλλερ, Φεντερίκο Φελλίνι κ.ά. (στο Μπλε Δωμάτιο), ένα κείμενο του Marcel Ayme που προλογιζει τον Κίτρινο σκύλο και ένα κείμενο του Γ. Ν. Πεντζίκη για τον ήρωα του Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τρένα να περνούν (στο ομότιτλο βιβλίο).

Άρθρα στον τύπο
"Georges Simenon, 45° υπό σκιάν, μυθιστόρημα, μετάφραση Αργυρώ Μακάρωφ, εκδόσεις Αγρα, Αθήνα 2003.

Ο Ζορζ Σιμενόν (1903-1989, Βέλγιο) υπήρξε πολυγραφότατος συγγραφέας -έγραψε ρομάντζα, περιπέτειες, αστυνομικά- και το παρόν μυθιστόρημα, το οποίο είχε γραφεί εν πλω το 1934, είναι από τα πρώτα που είχαν κυκλοφορήσει με το πραγματικό του όνομα. Τα έργα του με ήρωα τον συμπαθή επιθεωρητή Μεγκρέ γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία παγκοσμίως και αυτή οφείλεται στην αμεσότητα της γραφής του, στην κλιμάκωση της αγωνίας και στα ιδιαιτέρως προσφιλή χαρακτηριστικά του πρωταγωνιστή του, ο οποίος δεν είναι μόνο οικείος αλλά και ξεχωριστός. Οι ψυχολογικού τύπου παρατηρήσεις και περιγραφές στα έργα του Σιμενόν προσδίδουν επιπλέον ενδιαφέρον στην πλοκή και οι χαρακτήρες του μερικές φορές δρουν και συμπεριφέρονται ανεξέλεγκτα, εξ αιτίας νοσηρών ψυχικών καταστάσεων. Δεν πρόκειται για την απλή αντιπαράθεση του καλού και του κακού ή για την παρουσίαση του τύπου ο οποίος σκοτώνει από επαγγελματική διαστροφή. Οι σκοτεινές συναισθηματικές επιλογές των ηρώων είναι ποικίλες και αναδύονται σταδιακά στις ατμοσφαιρικές περιγραφές του εξωτερικού και εσωτερικού τοπίου. Σημαντικός σταθμός στην αναπαράσταση των ψυχικών συγκρούσεων και του ασυνειδήτου που αποδεικνύεται ολέθριο για τον ήρωα είναι το μυθιστόρημα Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τρένα να περνούν. Οι περιπέτειες, οι καθημερινές, αλλά και ακραίες ιστορίες, οι έντονες περιγραφές του χώρου, οι εμμονές ορισμένων ηρώων, ιδιαιτέρως του Μεγκρέ, δημιουργούν τον αναγνωρίσιμο κόσμο του Σιμενόν.

Στο μυθιστόρημά του «45° υπό σκιάν» περιγράφεται το αργό ταξίδι ενός επιβατικού πλοίου, το οποίο ξεκίνησε από μια περιοχή της Δυτικής Αφρικής με προορισμό τη Γαλλία. Οι υψηλές θερμοκρασίες, η υγρασία, η άθλια κατάσταση του πλοίου, δημιουργούν αποπνικτική ατμόσφαιρα και οι αρρώστιες αλλά και οι εντάσεις ανάμεσα στους επιβάτες είναι η καθημερινή απειλή. Ο αφηγητής παρακολουθεί τον μικρόκοσμο του πλοίου, εκπρόσωποι του οποίου είναι τυχοδιώκτες, ιδιοκτήτες γης στην Αφρική, δημόσιοι υπάλληλοι, αξιωματικοί, γυναίκες που αναζητούν το φλερτ και την εύκολη ευχαρίστηση. Η ματιά του ταυτίζεται με αυτήν του γιατρού Ντοναντιέ, που και λόγω χαρακτήρος αλλά και εξ αιτίας του επαγγέλματος έρχεται σε επαφή με τους ανθρώπους του πλοίου, γνωρίζει να διαχειρίζεται τον ανθρώπινο πόνο. Οι συγκρούσεις ανάμεσα στους επιβάτες είναι πολλές και παρ’ όλη τη ζέστη, τα πάθη δεν είναι καταλαγιασμένα, αντιθέτως, ο κάθε ένας αφήνει ελεύθερο τον εαυτό του -ίσως επειδή όλοι ή σχεδόν όλοι είναι άγνωστοι μεταξύ τους και δεν πρόκειται να ξανασυναντηθούν- και αποκαλύπτονται οι αδυναμίες τους. Η ανθρωπιά, ο καιροσκοπισμός, ο εγωισμός, είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά των ηρώων, οι οποίοι μεταφέρουν στις αποσκευές τους το παρελθόν τους, τις καταπιεσμένες επιθυμίες τους και τις επιδιώξεις τους. Πάνω στο σαπιοκάραβο αντιπαλεύουν πότε σε αργούς και πότε σε γρήγορους ρυθμούς η ζωή και ο θάνατος, η αποδοχή και η απόρριψη, ο εγωισμός και ο αλτρουισμός, η ψυχική ισορροπία του γιατρού Ντοναντιέ και η ψυχική διαταραχή όπως αυτή αποτυπώνεται στο πρόσωπο ενός άλλου γιατρού.

Παρ’ όλη την άπνοια, ο αναγνώστης περιμένει την οριακή σύγκρουση, ωστόσο τα επεισόδια, τα οποία εκτυλίσσονται στις καμπίνες, το σαλόνι της πρώτης θέσεως και το κατάστρωμα, είναι ο καθρέφτης διαφορετικών χαρακτήρων, που αποτελούν ένα τμήμα της αστικής καθημερινότητας. Οι επιβάτες του πλοίου στο μακρύ ταξίδι και κάτω από δύσκολες συνθήκες δεν φαίνεται να διαθέτουν περιθώρια για προσχήματα και έλεγχο των αντιδράσεων. Αλλωστε, η πίεση που δέχονται από τη ζέστη τούς κάνει να είναι οξύθυμοι και ευάλωτοι σε κάθε είδους αδυναμία. Ο κλειστός, περιορισμένος εξάλλου χώρος οξύνει τις αντιπαλότητες και την καχυποψία.

Ο Ζορζ Σιμενόν παρατηρεί και διαγράφει τα πορτρέτα ποικίλων ανθρώπινων τύπων με διεισδυτικότητα αλλά και απλότητα. Το «κακό» είναι μετέωρο σε κάθε σκηνή, στο τέλος όμως κανείς δεν περνάει το όριο που χωρίζει τη λογική από το παράλογο. Και έτσι, οι νωχελικοί ρυθμοί του σαπιοκάραβου, ο κίνδυνος από τις ασθένειες και τη θάλασσα περιορίζουν τις εντάσεις όταν αυτές γίνονται επικίνδυνες και τείνουν να ξεπεράσουν τα εσκαμμένα.

Η απόδοση στα ελληνικά είναι καλή και αποδίδεται το ύφος του συγγραφέα."

Χρύσα Σπυροπουλου
Εφημερίδα "Καθημερινή", 29 Ιανουαρίου 2007

Σύνδεσμος άρθρου


Πίσω