|
Isabelle Cahn - Τα γυμνά του Ρενουάρ
Παρουσίαση
Το γυμνό είναι αναντίρρητα το αγαπημένο θέμα του Ρενουάρ. Τον απασχόλησε σε όλη τη δημιουργική του πορεία μέχρι τις τελευταίες μέρες της ζωής του και ως εκ τούτου αποτυπώνει την εξέλιξη της τέχνης του. Καθώς εισχωρούμε στο προσωπικό σύμπαν του ζωγράφου, βυθιζόμαστε σε έναν κόσμο απόλυτα αισθησιακό και αθώο, όπου η γυναικεία μορφή ακτινοβολεί χωρίς περιορισμούς. Τη γυναίκα, ως νύμφη, λουόμενη, γυναίκα-ανθό ή γυναίκα-καρπό, την προτιμά εύσαρκη και γλυκιά, με στήθος πλούσιο, κοιλιά γεμάτη, δέρμα φιλντισένιο. Από το έργο του θα δημιουργηθεί μια γυναίκα αρχέτυπο, την οποία πια σήμερα χαρακτηρίζουμε χωρίς ενδοιασμούς «γυναίκα του Ρενουάρ».
Το κείμενο της Isabelle Cahn διατρέχει όλη την πορεία του Ρενουάρ στο γυμνό, από τα πρώτα του «μυθολογικά», που σχετίζονται άμεσα με ένα περιβάλλον εξοχής ή βουνού (δεκαετία του 1860) στις ιμπρεσσιονιστικές λουόμενες (μετά το 1870), και από τα ιταλικά γυμνά και τις Αγγλο-Νορμανδές λουόμενες σε μια αρκαδική παρουσίαση της γυναίκας, άμεσα συνδεδεμένης με το τοπίο και στα μεγάλων διαστάσεων γυμνά του τέλους της ζωής του (1919) που μοιάζουν απόκοσμα.
Ο αναγνώστης παρακολουθεί την πορεία αυτή του ζωγράφου μέσα από την επιλογή των 34 γυμνών που παρουσιάζονται έγχρωμα στο παρόν λεύκωμα και που καλύπτουν σχεδόν μια πεντηκονταετία δημιουργίας (1870-1919).
|
Απόσπασμα
Μετά το 1905 [ενώ είναι ήδη ουσιαστικά παράλυτος] οι χρωματικοί συνδυασμοί που αποδίδουν το δέρμα γίνονται πιο ζεστοί, με κυρίαρχο το κόκκινο. Μη μπορώντας πια να ζωγραφίσει κάθετους πίνακες μεγάλων διαστάσεων, ο Ρενουάρ ζητά από τα μοντέλα του να ποζάρου πλαγιασμένα. Παραγγέλνει ένα ειδικό, μηχανικό καβαλέτο, που του επιτρέπει να μετακινεί την ελαιογραφία από πάνω προς τα κάτω. Τα μεγάλων διαστάσεων γυμνά των τελευταίων χρόνων της ζωής του μοιάζουν απόκοσμα. Η παραδομένη στάση τους, ο όγκος τους, το συχνά ανέκφραστο πρόσωπο προσδίδουν μια κλασική ευγένεια, χωρίς να μετριάζεται η δύναμη της παρουσίας τους: «Αν και αυτό το ακαδημαικό γυμνό » , γράφει το 1903 ο κριτικός Camille Mauclair για ένα γυμνό του Ρενουάρ, «είναι απροσδιορίστου ηλικίας, χρόνου και καταγωγής, ωστόσο δεν είναι προιόν της Ακαδημίας. Προέρχεται από τη χώρα μιας άγριας και πρωτόγονης φαντασίας. […] Αυτά τα σάρκινα κύματα, αθώα και άγρια, τα φαντάστηκε αλλά δεν τα είδε. […] Τα αμυγδαλωτά μάτια εξακοντίζουν ένα βλέμμα που δεν κρύβει καμία σκέψη, μάτια αντιλόπης, ράθυμα και γλυκά […]. Αυτός ο τύπος γυναίκας, χωρίς τίποτε εγκεφαλικό, δεν σε προκαλεί να τραβήξεις το βλέμμα από το προκλητικό κορμί, το στήθος ή την κοιλιά για να αναζητήσεις στο πρόσωπο κάποιες σκέψεις: το ευτυχισμένο ζώο έχει τελικά το κεφάλι που του ταιριάζει, μάγουλα και στόμα δροσερά, βλέμμα λίγο χαμένο, ενδείξεις «γλυκού θηρίου», που ακτινοβολεί μέσα στην τροπική φύση, όπου η συστολή είναι εξίσου άγνωστη με τη διαστροφή, όπου η ικανοποίηση είναι απόλυτη». Αυτή η λογοτεχνική περιγραφή ανταποκρίνεται με ακρίβεια στον τρόπο που ο Ρενουάρ βλέπει τα μοντέλα του και τη γυναίκα εν γένει. |
Βιογραφικά στοιχεία
Ιστορικός τέχνης και αρχειονόμος στο Μουσείο Orsay του Παρισιού, η Isabelle Cahn συμμετείχε στην κατάρτιση καταλόγων πολλών αναδρομικών εκθέσεων των Manet, Renoir, Gauguin, Sisley, της ομάδας των ναμπί (nabis) και του Cezanne, ενώ διορίστηκε επίτροπος σε μια έκθεση για τα τελάρα στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα. Έχει συγγράψει πολλά άρθρα και κείμενα, μεταξύ των οποίων Gauguin et le mythe du sauvage, Cezanne, Cadres des peintres, ενώ δημοσίευσε σε πολλές εφημερίδες άρθρα για τη ζωγραφική τέχνη του 19ου αιώνα. |
|