Απόσπασμα
Έβλεπε στ' όνειρό του να κατεβαίνει σιγά το γνώριμό του από χρόνια μονοπάτι, ανάμεσα σε πανύψηλα δέντρα, με τα φύλλα τους να θρο ΐ ζουν σαν μια απόκοσμη, γλυκιά, καταπρα ϋ ντική μουσική στον ελαφρό άνεμο, και μπροστά του το θέαμα της πλατιάς ανοιχτής θάλασσας με άπλετο, καλοκαιρινό φως. [ … ] Ακόμα τον παραξένευαν μεγάλα πουλιά που ποτέ δεν τά ' χε ματαδεί, ίσως μονάχα στον παραλιακό δρόμο της Παναμερικάνα Del Sud , πηγαίνοντας από το Περού στη Χιλή. Μεγάλα θαλασσινά πουλιά που πετούσαν πάνω από τη φουσκωμένη θάλασσα του Ειρηνικού ή κούρνιαζαν κρώζοντας στα βράχια. Ωστόσο η θάλασσα προς την οποία κατέβαινε τώρα δεν είχε τίποτα από τέτοιο τοπίο, ήταν ήσυχη, καταφώτιστη και απέραντη κι είπε μέσα του πως θα κολυμπούσε σίγουρα στα νερά της μόλις έφτανε στην ακτή, ελπίζοντας τα ρεύματα να τον παράσερναν ολοένα πιο πέρα. Είχε καθαρά την αίσθηση πως ίσως ήταν το τελευταίο του ταξίδι, ότι ποτέ πια δεν θακατηφορούσε το μαγικό μονοπάτι, ότι οι δυνάμεις του τον εγκατέλειπαν ολοένα περισσότερο σε κάθε του βήμα, σαν νά ' χαν ανοίξει οι φλέβες του κι έρρεε το αίμα του ασταμάτητα αλλά γλυκά. [ … ]
[ … ] Ο Χάιμε μισοκοιμισμένος κίνησε αργά το χέρι σαν να τους χαιρετούσε. Είχε αρχίσει να ξημερώνει, με το ίδιο πάντα θλιβερό φως όπως και χθες και τη βροχή ολοένα εντονότερη. Το μακρύ, λιγνό σώμα του Χάιμε, ημίγυμνο, ατημέλητο, ριγμένο στο κρεβάτι, φάνταζε σαν αίνιγμα. Ήταν ακόμη ξυπνός, μισοκοιμόταν, ή είχε πράγματι πεθάνει ;
Από το Νοκτούρνο
Στην είσοδό σου στη ζωή, δεν παίζεις κανένα ρόλο. Όμως, την έξοδό σου είσαι σε θέση να την προετοιμάσεις με τον τρόπο που ταιριάζει στο πώς έζησες και τί βαθύτερο καταστάλαξε μέσα σου. Είναι όταν αρχίσει να σιγοσβήνει το φωτάκι της ζωής σου, τότε που φυσικά διερωτάσαι ποιο ήταν, είναι, το νόημά της, ποιος είσαι, και βέβαιος ότι σαν πολλοστημόριο ύλης με ειδική δομή και λειτουργία που σου επιτρέπει να φαντάζεσαι πως είσαι σχεδόν το σύμπαν, μέσα στο άπειρο του τελευταίου θα σβήσεις οριστικά, είναι τότε, λέω, που σε πιάνει μια ακατανίκητη έλξη να ξαναζήσεις σε ό,τι καλύτερο, βαθύτερο έφτιαξε στη σκέψη, στην τέχνη, στην ομορφιά, ο άνθρωπος.
Και ιδιαίτερα σ' ενδιαφέρουν τα συμπεράσματα, οι τελευταίες γνώμες και πράξεις όμως, στις οποίες συνάνθρωποί σου εξαιρετικοί κατέληξαν. Αυτό προσπαθώ να κάνω στα τελευταία μου καλοκαίρια που τα περνώ ακόμα, όπως συνήθισα, μ' ένα κλαρί μανδραγόρα στο χέρι να με ναρκώνει.
Από το Έξοδος « δια θαλάσσης » |
Βιογραφικά στοιχεία
Ο Μ. Ν. Ράπτης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1911. Την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση την παρακολούθησε στα Χανιά και σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Στο Παρίσι απέκτησε τα διπλώματα των Ινστιτούτων Πολεοδομίας και Στατιστικής της Σορβόννης.
Από το 1928 συμμετείχε ενεργά στο εργατικό ελληνικό και διεθνές κίνημα. Ήταν ιδρυτικό μέλος της Τετάρτης Διεθνούς τκαι γραμματέας της από το 1942 ώς το 1962, γνωστός ως Michel Pablo . Στο πλαίσιο της πολυετούς παρουσίας του στη διεθνή σκηνή διετέλεσε και σύμβουλος του Ben Bella στην Αλγερία, του Μακάριου και του Allende στη Χιλή.
Το πλούσιο συγγραφικό του έργο είναι στενά συνδεδεμένο με την πολιτική του δράση και χαρακτηρίζεται από μια κριτική και δημιουργική προσέγγιση του μαρξισμού, από τη σταθερή του προσήλωση στις ουμανιστικές αρχές, από το όραμά του για ένα σοσιαλισμό βασισμένο στην άμεση δημοκρατία και τη « γενικευμένη κοινωνική αυτοδιαχείριση » , της οποίας ήταν ο κύριος θεωρητικός.
Πέθανε στην Αθήνα στις 20 Φεβρουαρίου 1996. |