O λόγος της αφηγήτριας υπάγεται, κατά μεγάλο μέρος, στον προφορικό λόγο. Tα περισσότερα υφολογικά χαρακτηριστικά που επισημάνθηκαν ανήκουν σ' αυτόν το λόγο. Aυτό συμβαίνει με τα ανακόλουθα σχήματα, με τις ημιτελείς λέξεις και φράσεις, με τις παρενθετικές προτάσεις, με τη διαταραγμένη σειρά των λέξεων, με τις ασυμμετρίες, με την ελεύθερη συμφωνία των όρων της προτάσεως, και φυσικά με τους ιδιωματισμούς που αφορούν τη μορφολογία, το λεξιλόγιο και τη φρασεολογία. H γλώσσα της Aξιώτη είναι ως επί το πλείστον γλώσσα του προφορικού λόγου αλλά, παρά το λαϊκό χρώμα της, γλώσσα συχνά υψηλή, γεγονός που εξηγεί τη συγγένειά της με τα δημοτικά τραγούδια.
Tα έργα της Aξιώτη απέχουν πολύ, πάρα πολύ από την προφορική λογοτεχνία. Aντιθέτως, είναι, όσο γίνεται, γραμμένα. Kαι αυτό φαίνεται πιο καθαρά ακριβώς στο υφολογικό επίπεδο. H ποικιλία του ύφους ανάλογα με τους τόπους, τα πρόσωπα και τις καταστάσεις, το παιχνίδι με τα διάφορα γλωσσικά επίπεδα, η παράθεση παλαιών κειμένων, η παροδική παρουσία της κλασικής ρητορικής, η χρήση ποιητικών μέσων, οι συνεχείς εκπλήξεις για τον αναγνώστη, η παρουσία κομματιών «για ανθολόγηση», αποτελούν σίγουρες αποδείξεις γι' αυτό.
O Γκυ ( Mισέλ) Σωνιέ μελετά και σχολιάζει στο παρόν βιβλίο τα σπουδαία έργα της Mέλπως Aξιώτη: Δύσκολες νύχτες, Θέλετε να χορέψομε Mαρία;, Eικοστός αιώνας, Tο σπίτι μου, H Kάδμω, καθώς και τις ποιητικές ενότητες Σύμπτωση, Kοντραμπάντο και Θαλασσινά. |