Συγχρόνως, σπεύδει να καταδείξει τον ανταγωνισμό και την πάλη ανάμεσα στον επαναστατικό λόγο των ριζοσπαστικών δυνάμεων του Κρόμγουελ και στον πολιτικό συμβιβασμό που αντανακλούσε τα συμφέροντα της ανερχόμενης αστικής τάξης. Μιλώντας για «Πτώση και εξιλέωση της γλώσσας στον 17ο αιώνα» η συγγραφέας επισημαίνει ότι, στους αιώνες που ακολούθησαν, το αστικό ύφος και ήθος έμελλε να ασκήσουν την εξουσία τους πάνω στη γλώσσα.
Μέσα από την ανάλυση ορισμένων από τα εμβληματικά έργα της γυναικείας αγγλικής λογοτεχνίας, όπως Το Αβαείο του Νορθάνγκερ της Jane Austen και η Τζέην Έυρ της Charlotte Brontë, η Τζίνα Πολίτη καταπιάνεται με τη θέση της γυναίκας και τις κοινωνικές διαστάσεις του έρωτα, παρατηρώντας ότι «οι θρύλοι του κόσμου γεννιούνται μέσα από δημιουργικές πράξεις ανυπακοής και εξέγερσης. Η λογοτεχνία δεν έχει άλλη επιλογή παρά να ταχθεί με το μέρος της Εύας» – μια θέση η οποία αποκτά ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα μέσα από τον κριτικό φεμινιστικό λόγο της Τζίνας Πολίτη και τις απόψεις που εκθέτει στο δοκίμιο «Η Αγγλίδα εργάτρια στα χρόνια της Βιομηχανικής Επανάστασης», κλείνοντας την περιδιάβασή της με μια εκτενή αναφορά στο βιομηχανικό μυθιστόρημα της εποχής, ξεσκεπάζοντας μια εξουσία, η οποία αντιμετώπιζε την εργάτρια ως το φαντασιακό άλλοθι απέναντι στην ιδεολογία και τις αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος.
«Οι μελέτες που παρουσιάζονται στον τόμο αυτό, ακολουθούν το διάβα του χρόνου από το 1593 έως το 1854. Ωστόσο, ο στόχος της «περιδιάβασης» δεν εστιάζεται στη σύνταξη μιας γραμμικής ακολουθίας από προς. Εστιάζεται κυρίως στο πέρασμα, η μορφή του οποίου ρηγματώνει τη γραμμική ακολουθία και αφήνει να αναδυθούν οι αντιφάσεις που σημαδεύουν μιαν ιστορική εποχή, αντιφάσεις στις οποίες εμπλέκεται τόσο το λογοτεχνικό σύστημα όσο και άλλες πρακτικές λόγου με τις οποίες η λογοτεχνία διαλέγεται ή λογομαχεί». – Τ.Π |