<% Latr = Request.QueryString("Latr") %>
 
Επικοινωνία



JON McGREGOR

ΑΝ ΔΕΝ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΤΑ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ

Παρουσίαση
‘Ενας δρόμος σε μια πόλη, κάπου στη Βόρεια Αγγλία, συνηθισμένοι άνθρωποι που κάνουν καθημερινά πράγματα – τα παιδιά παίζουν κρίκετ, ο γείτονας βάφει τα παντζούρια, ένα ζευγάρι τσακώνεται, οι φοιτητές μαζεύουν τα πράγματά τους και ετοιμάζονται να μετακομίσουν, ανώνυμοι άνθρωποι διασταυρώνονται με ανώνυμους ανθρώπους όπως κάθε μέρα, συμπίπτουν στην καθημερινότητά τους αλλά δεν συνυπάρχουν. Ώσπου ένα φοβερό συμβάν κατακερματίζει τη γαλήνη του καλοκαιριάτικου απογεύματος και αλλάζει ριζικά τους ρυθμούς της ζωής.


Κριτικές
Ο ΜακΓκρέγκορ χτίζει πολύ προσεκτικά και με πολλή μαεστρία μια ατμόσφαιρα γεμάτη προσδοκίες και προαισθήματα, με την καταστροφή να πλανιέται κάπου στο βάθος. Είναι το μυθιστόρημα των θαυμάτων.

Observer

Το μυθιστόρημα αυτό οφείλει χάριτες τόσο στην ποίηση όσο και στην πεζογραφία. Οι πρώτες του σελίδες, μια επίκληση στη ζωή της πόλης, θυμίζουν έντονα το ποίημα του Ώντεν Νυχτερινό Ταχυδρομείο, ως προς την καθηλωτική περιγραφή της ζωής στη βιομηχανική πόλη…Λαμπρή εμφάνιση ενός νεαρού συγγραφέα.

Τhe Times

Υπέροχο…Ο αναγνώστης βλέπει τη ζωή της πόλης να ζωντανεύει μπροστά στα μάτια του σαν ένα υπό εμφάνιση φίλμ…Το μυθιστόρημα –που καταφέρνει να συνδυάσει τον λυρισμό ενός ποιήματος με την αγωνία ενός θρίλλερ– καταγράφει τη ζωή των απλών ανθρώπων, τις αγάπες τους και τις απογοητεύσεις τους, με συγκινητική καθαρότητα…
Είναι το καλύτερο βιβλίο που διάβασα φέτος και, για να πω την αλήθεια, σκοπεύω να το πιάσω πάλι από την αρχή.

Belfast Telegraph

O ΜακΓκρέγκορ επενδύει στον απλό άνθρωπο με μια αξιοπρέπεια σχεδόν οδυνηρή…Μια αποθέωση του συνηθισμένου, γραμμένη από κάποιον που ανιχνεύει με πάθος το σπουδαίο στο τετριμμένο.

Spectator


Βιογραφικά στοιχεία
Ο Jon McGregor γεννήθηκε στις Βερμούδες το 1976, σύντομα όμως η οικογένειά του μετακόμισε στην Αγγλία. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Νόριτς και το Θέτφορντ, στην επαρχία του Νόρφολκ. Στη συνέχεια σπούδασε Τεχνολογία και Παραγωγή των Μέσων στο Πανεπιστήμιο του Μπράντφορντ. Ορισμένα πρώιμα διηγήματά του δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Granta, ενώ ένα άλλο του διήγημα με τίτλο While You Were Sleeping [Ενώ εσύ κοιμόσουν] μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο του Radio 4.
Σύντομα άφησε το Μπράντφορντ για να εγκατασταθεί πρώτα στο Σέφφηλντ και κατόπιν στο Νόττινγχαμ, κάνοντας κάθε λογής δουλειές για να συντηρηθεί, ενώ συγχρόνως έγραψε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο If Nobody Speaks of Remarkable Things[Αν δεν μιλάμε για τα σπουδαία πράγματα], το οποίο ολοκλήρωσε ζώντας σε μια μαούνα. Ο ΜακΓκρέγκορ δεν άργησε να τραβήξει την προσοχή των βιβλιοκριτικών, όντας ο πιο νεαρός στη μακρά λίστα των υποψηφίων για το βραβείο Man Booker Prize του 2002. Οι Sunday Times χαρακτήρισαν το βιβλίο του  «ένα θριαμβευτικό πεζοποίημα τετριμμένων καταστάσεων», το οποίο αποτίει φόρο τιμής «στη θαυμαστή φύση της καθημερινότητας». Έφτασε μάλιστα να κερδίσει τα βραβεία Betty Trask Prize και Somerset Maugham Award και να συμπεριληφθεί στη βραχεία λίστα για το βραβείο Commonwealth Writers Prize και για το βραβείο νεαρού συγγραφέα των Sunday Times (Young Writer of the Year Award). Το δεύτερο μυθιστόρημά του με τίτλο So Many Ways To Begin [Τόσοι και τόσοι τρόποι για να γίνει μια αρχή] εκδόθηκε το 2006. 


Πίσω