«Αν τελικά σωθούμε, εμένα θα με πάνε μάλλον στην Κέρκυρα. Γι’ αυτό, φρόντισε εσύ από του Αβέρωφ να βγει αυτή η μελέτη, για να τη στείλουμε κι έξω, σ’ αυτούς που πήραν μέρος στη διεθνή εκστρατεία». Ο Νίκος ανέφερε μερικά ονόματα, όπως του Αρχιεπίσκοπου του Καντέρμπουρυ και του Έρεμπουργκ. Και πρόσθεσε μ' εκείνη την περιπαιχτική διάθεση, που δεν τον άφηνε ποτέ. «Για να δουν πως είμαστε και γραμματισμένοι άνθρωποι». Φυσικά, η σκέψη του ήταν πολύ πιο σοβαρή, ήθελε να πει πως οι άνθρωποι πού πάσχισαν για τη σωτηρία του έπρεπε να δουν πως οι Έλληνες κομμουνιστές ήταν κάτι περισσότερο από απλά θαρραλέοι ή αποφασισμένοι αγωνιστές και, βέβαια, βρίσκονταν πολύ μακριά από την εικόνα των «κατασκόπων», που η αμερικανοκρατία πάσχιζε να δώσει.
- ΕΛΛΗ ΠΑΠΠΑ
Το αγωνιστικό φρόνημα προσφέρει στον Νίκο Μπελογιάννη την πειθαρχία που απαιτεί αυτή η άσκηση της ψυχής και του πνεύματος που θα κρατήσει πολύ. Ξέρει ότι «η απομόνωση είναι το χειρότερο βασανιστήριο» και ότι ο μόνος τρόπος για να διατηρήσει την ηθική υπόσταση, την αξιοπρέπεια και την ψυχολογική ισορροπία του είναι να δώσει νόημα και περιεχόμενο στην κενή διάρκεια του χρόνου της φυλακής. Να της δώσει ρυθμό, πρόγραμμα και στόχο. Το έργο, λοιπόν, που αναλαμβάνει, είναι ένα έργο ζωής.
Αυτό το σχέδιο προέκυψε, όπως μαρτυρεί η σύντροφός του Έλλη Παππά, μέσα από την αλληλογραφία τους στην Ασφάλεια. Ο έρωτας και η πίστη στις ιδέες τους δίνουν την αρχική ώθηση, την ενέργεια, τον ενθουσιασμό και την έμπνευση που απαιτεί αυτό το φιλόδοξο εγχείρημα.
Το νήμα που ακολουθεί είναι η ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, αλλά το αντικείμενο της ερευνάς είναι η συνάρθρωση λαού, γλώσσας και λογοτεχνίας που συστήνει την εθνική κοινότητα, που συγκροτεί την ιδιαίτερη ταυτότητα και τη συνείδηση του νεοελληνικού έθνους. Για τον Μπελογιάννη, που εδώ ακολουθεί μια παράδοση που κατάγεται από τον ρομαντισμό και τον 19ο αιώνα, η ιστορία της λογοτεχνίας δεν είναι η ιστορία μιας από τις καλές τέχνες, αλλά η ιστορία της συγκρότησης ενός έθνους και το σημαντικότερο μέσο για τη δημιουργία εθνικής και πολιτικής συνείδησης. Συγχρόνως είναι το πεδίο στο οποίο η αστική τάξη έχει οικοδομήσει την ιδεολογία της και την έχει επιβάλει ως ιδεολογία του έθνους. |