GEORGES BATAILLE
ΤΟ ΓΑΛΑΖΙΟ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ
Παρουσίαση
Ο Μπατάιγ ολοκληρώνει το Γαλάζιο του ουρανού τον Ιούνιο του 1935, παραμονές του Ισπανικού Εμφυλίου. Κυριαρχεί ο ερωτισμός και ατμόσφαιρα πολιτικής τραγωδίας, σε μια αφήγηση γυμνή και χωρίς διάκοσμο, «αντι-λογοτεχνική». Η δράση τοποθετείται ανάμεσα στο Λονδίνο, το Παρίσι και τη Βαρκελώνη.
1935, 1957. Χρειάζεται να περάσουν δύο δεκαετίες μέχρι να δει το φως ένα σκάνδαλο, ένα σοκ για τους κατά παράδοση «μισοκοιμισμένους αναγνώστες μυθιστορημάτων». Το γαλάζιο του ουρανού, όντως, δεν δείχνει «την παραμικρή συγκατάβαση για το σημερινό αισθητικό κριτήριο, κάτι που φοβάμαι πως κανείς φυσιολογικός εκδότης δεν θέλει… Ιδού ένα βιβλίο που δεν έχει τίποτα το ανθρωπιστικό! Χωρίς να είναι κακή λογοτεχνία, χωρίς να κάνει παραχωρήσεις στις πολιτικές προτιμήσεις της εποχής… Παραείναι καλό για τους κυρίους αυτούς» γράφει ο André Masson το καλοκαίρι του ’35.
Στο βιβλίο, όπου ο συγγραφέας έρχεται αντιμέτωπος με τον κυκλώνα της Ιστορίας, αντανακλώνται μια δική του προσωπική ηθική και ερωτική κρίση στις αρχές της δεκαετίας του ’30, οι προβληματισμοί του για το φασισμό, η έννοια του ιερού και η απουσία του Θεού, οι αναζητήσεις του στα θέματα του ερωτισμού, της ψυχανάλυσης και της ψυχοπαθολογίας. Ένας πρόχειρος κατάλογος από το Γαλάζιο είναι εύγλωττος: αγωνία, σύμπλεγμα ευνουχισμού, κατάθλιψη, εμμονές, μεγαλομανία, φετιχισμός, σαδομαζοχισμός. Τρέλα. Το μέτρο της δικής του «τρελής λογοτεχνίας» είναι η αταξία, η βία ως βάση της τέχνης που βρίσκει το βηματισμό της «μέσα από αλλεπάλληλες καταστροφές».
«Το Γαλάζιο του ουρανού αντιστρέφει αυτή τη φρόνιμη ηθική, περιγράφοντας ένα πρόσωπο που αναλώνεται μέχρι να αγγίξει το θάνατο, με μεθύσια, λευκές νύχτες και σαρκικές ηδονές. Αυτή η δαπάνη, εθελούσια και συστηματική, είναι μια μέθοδος που μετασχηματίζει την απώλεια σε γνώση και αποκαλύπτει τον ουρανό στα χαμηλά. […]»
Από ένθετο φυλλάδιο της πρώτης έκδοσης του 1957
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ο ΖΩΡΖ ΜΠΑΤΑÏΓ (Γαλλία, 1897-1962) μετά από μια νεανική έντονη μυστικιστική διάθεση, ασχολήθηκε με τον Νίτσε, την ψυχανάλυση, τη φιλοσοφία, τη θρησκεία, τη θεολογία, την ανθρωπολογία και συναναστράφηκε τους υπερρεαλιστές χωρίς ποτέ να προσχωρήσει καθαρά στις γραμμές τους. Παρακολούθησε τα μαθήματα του Alexandre Kojève για τον Hegel, ο οποίος μαζί με τον Νίτσε και τον μαρκήσιο ντε Σαντ θα γίνει ένας από τους άξονες μεταφοράς της σκέψης του.
Το 1924 διορίζεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας. Το 1928 δημοσίευσε με ψευδώνυμο την Ιστορία του ματιού (Άγρα,1980).
Ασχολήθηκε συστηματικά με την έκδοση ή τη συμμετοχή σε διάφορα περιοδικά: Documents (1929-30), CritiqueSociale (1933), Minotaure (1932-33) και κυρίως με το Acéphale, που ίδρυσε με τον ζωγράφο André Masson (1936).
To 1935, την περίοδο του Λαϊκού Μετώπου, ιδρύει την πολιτική ομάδα «Αντεπίθεση» («Contre Attaque») με τους André Breton (προσωρινή συμφιλίωση), Paul Éluard, Pierre Klossowski, Benjamin Péret και τον Yves Tanguy.
To 1936 ιδρύει το Κολέγιο Ιερής Κοινωνιολογίας με τον Roger Caillois και τον Michel Leiris.
Γράφει τα βιβλία Έννοια της δαπάνης (1933), Εσωτερική εμπειρία (1934 – μετά τη μύησή του σε ανατολικές μεθόδους), Το γαλάζιο του ουρανού (1935), Μαντάμ Εντουαρντά (1937 –με το ψευδώνυμο Pierre Angélique – Άγρα, 1980), Περί Νίτσε (1943 –που μαζί με τον Ένοχο και την Εσωτερική εμπειρία θα αποτελέσουν το Αθεολογικό άθροισμα), Αρχαγγελικό (1944), Αλληλούια (1947), Θεωρία της θρησκείας (1948), Αβάς Γ. (L’ Abbé C., 1950).
Το 1946 ιδρύει το περιοδικό Critiqueπου η έκδοσή του θα συνεχιστεί και μετά το θάνατό του το 1962. Το 1950 γράφει τον πρόλογο στο Ζυστίν ή Οι ατυχίες της αρετής του μαρκήσιου ντε Σαντ. Το 1955 γράφει το Η προϊστορική ζωγραφική: Λασκώ ή Η γέννηση της τέχνης, το 1957 το Η λογοτεχνία και το κακό (Πλέθρον, 1979) και το 1961 Τα δάκρυα του έρωτα (Νεφέλη, 1981).
Το 1962 πεθαίνει στο Παρίσι. Το 1966 και το 1967 ο J.-J. Pauvert εκδίδει δύο σπουδαία πεζογραφήματά του που δεν είχαν δημοσιευτεί όσο ζούσε: Η μητέρα μου (Άγρα, 2001) και Ο Νεκρός (Άγρα, 1981).
Το 1971 οι εκδόσεις Gallimard αρχίζουν την έκδοση των πολύτομων Απάντων του, με δημοσιεύσεις πολλών άγνωστων γραπτών του, με φροντίδα του Michel Foucault, του Maurice Blanchot κ.α.